εναντιοφανής

εναντιοφανής
ης, ες кажущийся противоположным, с виду противоположный

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "εναντιοφανής" в других словарях:

  • εναντιοφανής — ές (AM ἐναντιοφανής, ές) αυτός που φαίνεται ως αντίθετος, ο φαινομενικά αντίθετος …   Dictionary of Greek

  • ἐναντιοφανῆ — ἐναντιοφανής containing an apparent contradiction neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἐναντιοφανής containing an apparent contradiction masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἐναντιοφανής containing an apparent contradiction masc/fem… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιοφανές — ἐναντιοφανής containing an apparent contradiction masc/fem voc sg ἐναντιοφανής containing an apparent contradiction neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐναντιοφανοῦς — ἐναντιοφανής containing an apparent contradiction masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»